Enter fullscreen mode

Λεξικό Ελληνικά -> MediaGlyphs

^^^

καθαρός¨2
καθεστώς
καθετί¨2
καθηγήτρια
καθηγητής¨2
καθοδήγηση¨2
Καθολική Εκκλησία
καθολικισμός
καθρέπτης
καθρέφτης
καθυστερώ
και
καινούριος
καιρικές συνθήκες
καιρός
κακοτυχία¨2
κακουχία
κακό¨2
καλά
καλάθι
καλαθοσφαίριση
καλαμπόκι
καλεσμένος
καλιέργεια
καλιεργώ
Καλιφόρνια
καλιφόρνιο
Καλκούτα
καλλιέργεια
καλλιτέχνης
καλλωπίζω
καλογριά
καλοκαίρι
καλοτυχία
καλωσήρθατε
καλωσήρθες
καλωσορίσατε
καλωσόρισες
καλό
καλόγρια
καλός
καλώ¨2
καλώδιο¨2
καμήλα
Καμερούν
καμηλοπάρδαλη
καμινάδα
καμουτσίκι
Καμπάλα
καμπάνα
Καμπέρα
καμπή
Καμπούλ
Καμπόδζη
Καμπότζη
καμπύλη
κανάλι
κανένας
Καναδάς
καναπές
Κανμπέρα
κανονικά
κανονικό
κανονικός
καντράν
κανόνας¨2
κανόνι¨2
καπάκι
καπέλλο
καπέλο
καπνίζω
καπνός¨3
καπρίτσιο
Καράκας
Καράτσι
καρέκλα
καραμπίνα
καρδιά
Καρλ Μαρξ
καρούλι
καρπός¨3
καρφί¨2
καρφώνω
καρχαρίας
καρότο
καρύκευμα
κασκόλ
κασσίτερος
Καστρίς
κατά¨2
κατά πόσο
κατά τη διάρκεια
κατάληξη
κατάλληλο
κατάλογος
κατάλοιπο
Κατάρ
κατάρα
κατάρτι
κατάρτιση
κατάσκοπος
κατάσταση¨4
κατάστημα
κατέχω
καταβάλλω
καταγωγή
καταιγίδα
καταιγισμός
κατακλυσμός
κατακόρυφο
καταλαβαίνω¨2
Καταλανικά
κατανοώ¨2
καταντώ
καταπίνω
καταποντίζω¨2
καταριέμαι
κατασκήνωση
καταστηματάρχης
καταστρέφω
καταστροφή
κατεβάζω
κατεβαίνω¨2
κατεργασία
κατηγορία
κατηγορώ
Κατμαντού
κατοικία¨3
κατοικώ
κατορθώνω
κατρακυλώ
κατσίκα
κατσαρίδα
κατσαρόλα
κατώγειο
καυλί
καυτό
καφέ¨2
καφές¨2
καφενείο-μπαρ
καφετέρια
καύσιμο
κείμενο
κείτομαι¨2
κελάρι
κελί
κελλάρι
Κεντροαφρικανική Δημοκρατία
κενό
κερί¨2
κεραία¨2
κερασφόρα
κερδίζω¨2
κεφάλαιο
κεφάλι
κηλίδα
κιβώτιο μελάνης
Κιγκάλι
κιθάρα
κιλίμι
κιμωλία
Κινεζικά
κινητήρας
κινητό τηλέφωνο
κινούμαι¨2
κινούμαι κρυφά
Κινσάσα
κιούριο
Κιργιζία
Κιργιζιστάν
Κιργιστάν
Κιργκιζιστάν
Κιριμπάτι
Κιρκιζία
Κιρκιζιστάν
Κισινάου
Κισνόβι
Κιότο
κλάδος
κλέβω
κλίμα
κλαίω
κλαίω γοερά
κλαβιέ
κλαδί
κλείνω¨4
κλειδί¨2
κλειδαριά
κλειδωνιά
κλειστό
κλειτορίδα
κλεψιά
κλεψύδρα
κλοπή
κλοτσώ
κλουβί
κλωβός
κλωστή
κλωτσάω
κνησμός

(1801 .. 2000)

^^^


 
 
Λεξικό
MG: machinemachine