Exit fullscreen mode
MediaGlyphs Project
  Εell

Λεξικό Ελληνικά -> MediaGlyphs

^^^

νόμος¨2
Νότια Αμερική
Νότια Αφρική
Νότια Κορέα
Νότιος Πόλος
νότος
νύχι
νύχτα
ξάστερος
ξένο
ξένος
ξέρω¨2
ξίδι
ξίφος
ξανά
ξαναβρίσκω
ξαπλώνω
ξαφνιάζω
ξαφνικό
ξε-
ξεγυμνώνω
ξεκινώ
ξενοδοχείο
ξεντύνομαι
ξεντύνω
ξεπεζεύω
ξεραίνομαι
ξερνάω
ξερό
ξεσηκώνω
ξεσφίγγομαι
ξεφεύγω
ξεφωνίζω
ξεχνάω
ξεχνώ
ξεχωρίζω¨2
ξεχωριστό
ξεχύνομαι¨2
ξηρά
ξηρός
ξηρός καρπός
ξινό
ξιφολόγχη
ξυλεία¨2
ξυπνάω
ξυπνητό
ξυπνώ
ξυράφι
ξυρίζω
ξύδι
ξύλο
ξύνω
ξύπνημα
Ο μικρός πρίγκηπας
οίκος
οβάλ
ογδόντα
οδηγώ
Οδησσός
οδοντίατρος
οδοντιατρική
οδοντόγναθα
οδός
Οθωμανική Αυτοκρατορία
οικογένεια
οικογενειακή σχέση
οικοδεσπότης
οικοδομικό τετράγωνο
οικοδόμημα
οικολογία
οικονομία¨3
οικονομικά
οικονομική αξία
οικονομικοί πόροι
οικονομολόγος
οικονόμος
οικτρός
οινόπνευμα/αλκοόλη
οισοφάγος
οιωνός
οκτάγωνο
οκτώ
Οκτώβριος
ολιγαρχία
ολκή
Ολλανδία
Ολλανδικά
ολόκληρο
ομάδα¨2
Ομάν
ομίχλη¨2
ομαλός
ομιλία
ομιλώ
ομορφαίνω
ομπρέλα
ομπρέλλα
ομφαλός
Ομόσπονδες Πολιτείες της Μικρονησίας
Ονδούρα
Ονδούρας
ονειρεύομαι
ονλαιν
ονομάζω¨2
ονοματίζω¨2
οντότητα
οξιά
οξυγόνο
Οξφόρδη
οξύ¨3
οξύνους
οξύς
οπίσθια
οπαδός
οποιοσδήποτε
ορίζω
οργάνωση
οργή
οργανισμός¨2
Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών
οργανοπαίκτης
οργανώνω
ορθογώνιο
ορθό
Ορθόδοξη Εκκλησία
οριζόντιο
ορισμός
οροφή
ορυκτό
ορυκτός
οσμή
οσμίζομαι
οστρακοειδή
οστό
οσφραίνομαι
Οτάβα
οτιδήποτε
Οττάβα
Ουάσινγκτον
Ουέλινγκτον
Ουέλλινγκτον
Ουαγκαντούγκου
Ουαλία
Ουαλικά
Ουγγαρία
Ουγγρικά
Ουγκάντα
ουδέτερο
Ουζμπεκιστάν
Ουκρανία
Ουκρανικά
Ουλάν-Μπατόρ
ουμάμι
ουρά
ουράνιο
ουράνιο τόξο
Ουρανός
ουρανός¨2
ουρογεννητική σχισμή
Ουρουγουάη
ουσία¨2
ουσιαστικό
Ουϊγουριστάν
οφθαλμός
ούρα
Οὐαλικά
Οὐκρανικά
Οὑγγρικά
πάγος
πάλι
πάντα¨2
πάντρεμα
πάνω¨3
πάπας
πάπια
πάρκο
πάρτι
πάτος¨2
πάτωμα
πάχος
πάω
πέλαγος
πέλεκυς
Πέμπτη
πέντε
πέος
πέπλο
πέρα¨2
πέστροφα
πέτρα
πέφτω
πίδακας
πίεση
πίθηκος¨2
πίνω
πίσσα
πίστη¨2
πίστωση
πίσω¨3
πίσω μέρος

(2801 .. 3000)

^^^


 
 
Λεξικό